ΜΔ ΘΕΡΟΥΣ 2005
29 Σεπτεμβρίου 2005
ενδοικογενειακή βία
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ: Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, συζητείται σήμερα η πρόταση νόμου Βουλευτών με θέμα την πρόληψη και την αντιμετώπιση ενδοικογενειακής βίας. Όπως το Σύνταγμα της χώρας προβλέπει, ο Βουλευτής σύμφωνα με τη συνείδησή του και σύμφωνα με τα ερεθίσματα τα οποία παίρνει από την κοινωνία, νομοθετεί και προτείνει προτάσεις νόμου προς τη Βουλή των Ελλήνων.
Θέλω λοιπόν να αναφερθώ στο τι ακριβώς πραγματεύεται αυτό το σχέδιο νόμου. Αναφέρεται στην αντιμετώπιση ενός εν κρυπτώ τελούμενου εγκλήματος όπως είναι αυτό της ενδοοικογενειακής βίας. Η ενδοοικογενειακή βία των γυναικών είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, δεν είναι ελληνικό φαινόμενο, που δεν γνωρίζει ούτε γεωγραφικά ούτε φυλετικά ούτε ταξικά όρια ούτε ηλικία και μορφωτικό επίπεδο. Από το Δεκέμβριο 1948, λοιπόν, τα σύγχρονα κράτη θεμελιώνουν την αντίληψή τους για δημοκρατία, για δικαιοσύνη και ισότητα στην παγκόσμια διακήρυξη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπου εκεί καθίσταται ακρογωνιαίος λίθος η αναγνώριση της πανανθρώπινης αλήθειας ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι και ίσοι δίχως εξαιρέσεις.
Η τέταρτη παγκόσμια διάσκεψη για τις γυναίκες που έγινε στο Πεκίνο τον Σεπτέμβριο του 1984 αναγνώριζε στο πρόγραμμα δράσης ότι η βία κατά των γυναικών αποτελεί παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των γυναικών και τις εμποδίζει να απολαμβάνουν αυτά τα δικαιώματα και τις ελευθερίες. Κάλεσε δε τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην οποία ανήκουμε να διασφαλίσουμε ειδικότερα το δικαίωμα στην ψυχική, σωματική και σεξουαλική ακεραιότητα όλων των ατόμων, λαμβάνοντας μέτρα πρόληψης, τιμωρίας και εξάλειψης όλων των μορφών βίας. Επανέλαβε ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ούτε για μια στιγμή ότι όλες οι μορφές βίας κατά των γυναικών συνιστούν προσβολή των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς και της πλήρους ενσωμάτωσης των γυναικών στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Η διαπίστωση αυτή αποτυπώνεται άλλωστε στην ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς και σε πρόταση του Συμβουλίου Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πρέπει να σας πω ότι η διεθνής κοινότητα έχει αναγνωρίσει ως μέγιστο κοινωνικό πρόβλημα, που συνιστά μεγάλη απειλή κατά της ασφάλειας και της δημοκρατίας στην Ευρώπη, την παραβίαση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως μη ανεκτή. Κατά συνέπεια λοιπόν, σύμφωνα με το πρόγραμμα δράσης της παγκόσμιας διάσκεψης του Πεκίνου, βία κατά των γυναικών είναι η έκφραση της ιστορικά διαπιστωμένης ανισότητας της σχέσης ισχύος μεταξύ ανδρών και γυναικών που οδήγησε στην κυριαρχία και την παρεμπόδιση των γυναικών στην ανάπτυξή τους και στην ευημερία τους.
Οι έννοιες της ψυχολογικής και σεξουαλικής βίας, σύμφωνα με τον καθηγητή Μαγκάκη και όπως έχουν ήδη προσδιοριστεί και από την επιστήμη, υπάρχουν όταν χωρίς κάποια σωματική επενέργεια δημιουργείται δυσάρεστη ψυχικά κατάσταση στον εξαναγκαζόμενο, ώστε αυτός προς άρσην μιας τέτοιας κατάστασης να αναγκαστεί να ενδώσει.
Πάντως, για να αποφευχθεί η αοριστία του περιεχομένου αυτής της έννοιας, σκόπιμο θα ήταν να εξηγηθεί –και το εξηγώ σήμερα εδώ- ότι με τον όρο "ψυχολογική βία" νοείται κυρίως η χρήση απειλής για σωματική βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, όπως αντίστοιχα προβλέπεται γενικώς κατά το άρθρο 330 του Ποινικού Κώδικα για την παράνομη βία.
Επομένως, μέσα σε αυτό το εννοιολογικό πλαίσιο η νομολογία των δικαστηρίων μας θα έχει μία σχετικώς ασφαλή βάση για να προσδιορίσει επακριβέστερα το περιεχόμενο των εν λόγω εννοιών.
Περαιτέρω, η τυχόν επικάλυψη της σεξουαλικής βίας σε βάρος στενών συγγενών από άλλες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, όπως παραδείγματος χάρη η ασέλγεια μεταξύ συγγενών, η αιμομιξία κλπ., δεν φαίνεται να δημιουργεί προβλήματα αφού η διάταξη περί ενδοοικογενειακής βίας διατυπώνεται στο νομοσχέδιο, έτσι ώστε να έχει επικουρικό χαρακτήρα. Και αναφέρομαι στη φράση "εφόσον η πράξη δεν απειλείται με βαρύτερη ποινή".
Η Ελλάδα πρέπει να σας πω ότι έχει περιλάβει στο Σύνταγμά της συγκεκριμένες επιταγές για την προστασία. Με το άρθρο 2, παράγραφος 1 αναγορεύει το σεβασμό και την προστασία της αξίας του ανθρώπου σε πρωταρχική υποχρέωση όλων των οργάνων της πολιτείας και με το άρθρο 5, παράγραφος 1 διασφαλίζει το δικαίωμα κάθε ανθρώπου στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.
Η CEDAW, που έγινε εσωτερικός νόμος στη συνέχεια, διακηρύσσει την ισότητα των δικαιωμάτων των γυναικών σε όλα τα επίπεδα. Υποχρεώνει τα κράτη που την έχουν επικυρώσει –μεταξύ αυτών και εμάς, κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι- ώστε να εφαρμόσουν μία τέτοια νομοθεσία που να αίρει κάθε μορφής διάκριση, ώστε να επιτευχθεί η πλήρης ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Προσδιορίζει τη βία κατά των γυναικών ως μορφή διάκρισης και ορίζει ότι παραβιάζει τα ατομικά δικαιώματα, αυτά τα οποία εγγυώνται το Διεθνές Δίκαιο και οι σχετικές συνθήκες.
Πρέπει να σας πω ότι θεωρεί ως διακρίσεις τις προκαταλήψεις και τα παραδοσιακά στερεότυπα που καθιστούν τις γυναίκες κατώτερες και πολίτες δεύτερης ταχύτητας.
Ωστόσο, ο όρος "βία κατά των γυναικών" απουσιάζει από τον ελληνικό Ποινικό Κώδικα και η απουσία ακριβώς αυτού του όρου δημιουργεί προβλήματα στις περιπτώσεις συζυγικής και ενδοοικογενειακής βίας.
Επειδή κατά κανόνα λαμβάνεται υπ’ όψη κυρίως η σωματική βία, επειδή προσβάλλει τη ζωή, τη σωματική ακεραιότητα του ατόμου, δεν διώκεται ποινικά ο δράστης της ψυχολογικής βίας και των ψυχολογικών τραυμάτων, που μπορεί να είναι σοβαρότερα και τα οποία δημιουργούνται από τη λεκτική βία ή από άλλου είδους παρενοχλήσεις.
Ακόμη, η ενδοοικογενειακή βία στο σημερινό Ποινικό Κώδικα δεν ανήκει στις καταστάσεις που να δίνουν δικαίωμα ουσία παρέμβασης στη Δικαιοσύνη, κάτι που επίσης είναι ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα. Και αυτό παρά το γεγονός ότι με τις νέες διατάξεις του Οικογενειακού Δικαίου γίνεται προσπάθεια ισότιμων σχέσεων των δύο φύλων στο πλαίσιο του γάμου.
Ταυτόχρονα, η απουσία του όρου "ενδοοικογενειακή βία" έχει δυσμενείς συνέπειες και στον τομέα της παροχής προστασίας εκ μέρους της αστυνομίας.
Όπως γίνεται αντιληπτό, ιδιαίτερη βαρύτητα για εμάς έχει η πρώτη από τις αναφερόμενες αιτίες, δηλαδή η βία που δέχθηκε ο δράστης στην παιδική ηλικία.
Θα πρέπει να σας πω –και είναι αξιοσημείωτο- ότι η βία κατά της μητέρας στις εννέα από τις δέκα περιπτώσεις επεκτείνεται και στα παιδιά, που όταν είναι κορίτσια μπορούν πολύ συχνά και αυτά να πέσουν θύματα και σεξουαλικής βίας. Στις περιπτώσεις που μελετήθηκαν από τους ερευνητές, τα περισσότερα αγόρια ήταν μάρτυρες αυτής της σεξουαλικής βίας. Τα ίδια δε, είχαν υποστεί σωματική βία.
Η εμπειρία του παρελθόντος είναι ένα από τα στοιχεία που αναπτύσσουν και βοηθούν την αναπαραγωγή της βίας. Οι έρευνές μας λένε ότι το 80% των παιδιών που μεγάλωσαν σε βίαιο οικογενειακό περιβάλλον, αναπαράγουν τη βία.
Θα πρέπει να σας πω ότι η αναπαραγωγή της βίας λειτούργησε κατά τη θεωρία της αναμετάδοσης των ρόλων. Τα αγόρια θεωρούν ότι τα κορίτσια προκαλούν τη βία και τα κορίτσια πιστεύουν ότι αυτές ευθύνονται για τη βία, την οποία δέχονται.
Θα πρέπει να σας πω ότι ως προς το σχέδιο νόμου και ως προς την πρακτική που πρέπει να ακολουθήσουμε πια στο νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο πρέπει να διαμορφωθεί για να καλύψει αυτό το κενό, ένα καλό υπόδειγμα, κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ο κυπριακός νόμος.
Ο κυπριακός νόμος τι περιλαμβάνει; Συνενώνει σε ένα μόνο κείμενο, για να μπορεί να είναι εφαρμοστέο από την επομένη, διατάξεις που κατά κανόνα εντάσσονται χωριστά στον Ποινικό και στον Αστικό Κώδικα, απλοποιώντας τις διαδικασίες, αποφεύγοντας τις πιθανές νομικές διενέξεις και τις λοιπές δυσκολίες, που συνεπάγεται η εισαγωγή μιας υπόθεσης σε διαφορετικά δικαστήρια, ενώ συγχρόνως εξοικονομεί χρόνο, ενέργεια και δαπάνες.
Δίνει σαφή ορισμό της ενδοοικογενειακής βίας, αναγνωρίζοντάς την ως γεγονός εξαιρετικά επιβαρυντικό και αξιώνει βαρύτερες ποινές.
Ο ορισμός περιλαμβάνει τόσο τη σωματική και σεξουαλική όσο και την ψυχολογική βία.
Θεωρεί τη συζυγική κακομεταχείριση ως αδίκημα βαρύτερο από τις πράξεις βίας που διαπράττονται από τρίτα μη συγγενικά πρόσωπα και τιμωρεί το συζυγικό βιασμό. Εισάγει μέτρα προστασίας των θυμάτων βίας και των μαρτύρων τους. Επιτρέπει τη συμμετοχή οργανώσεων στην προδικασία και στη δίκη. Η ποινική διαδικασία προβλέπει μέτρα δικαστικής παρακολούθησης, τα οποία ενισχύονται και με μέτρα απαγορευτικά. Στην προσέγγιση και την αντιμετώπιση του προβλήματος κρίνεται αναγκαία, κατά την άποψή μας, και ικανή συνθήκη η συμμετοχή δημοσίων φορέων και υπηρεσιών, αλλά και των μη κυβερνητικών οργανώσεων που διαθέτουν αυτές τις γνώσεις.
Όσον αφορά, λοιπόν, τα δύο σκέλη για να καλυφθεί το κοινωνικό έλλειμμα σε ένα εν κρυπτώ τελούμενο έγκλημα, το οποίο συντελείται δυστυχώς μέσα στους κόλπους της οικογενειακής εστίας, όπως είναι η ενδοοικογενειακή βία, προτείνουμε τα εξής:
Πρώτον, συμπλήρωση του Αστικού Κώδικα. Στο κεφάλαιο τέταρτο, που αναφέρεται στις σχέσεις των συζύγων από το γάμο -άρθρο 1390 του Αστικού Κώδικα- να προστεθούν τέσσερις παράγραφοι: Στην πρώτη να θεσμοθετηθεί η συγκρότηση σε επίπεδο νομού με έδρα την πρωτεύουσα του νομού κέντρων στήριξης θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, όπου μέσω του εξειδικευμένου προσωπικού, με το οποίο θα στελεχωθούν, παρέχουν κατά περίπτωση ψυχολογική στήριξη στα θύματα της ενδοοικογενειακής βίας και σε ακραίες περιπτώσεις προσωρινή φιλοξενία στις στέγες.
Δεύτερον, στα κέντρα στήριξης θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας ανατίθεται η μέριμνα για τη διάγνωση και την έγκαιρη και αποτελεσματική επέμβαση από ειδικούς επιστήμονες, προκειμένου να εξομαλυνθεί η ενδοοικογενειακή σύγκρουση. Η παροχή τόσο στο θύμα όσο και στο δράστη της ενδοοικογενειακής κακοποίησης –και αυτός, εάν αναλυθεί βαθύτερα, ουσιαστικά είναι θύμα- συμβουλευτικών υπηρεσιών ψυχοκοινωνικής στήριξης.
Τρίτον, η παράλληλη ψυχολογική στήριξη των λοιπών μελών της οικογένειας, στην περίπτωση που αυτό κρίνεται απαιτητό.
Τέταρτον, η πρόληψη της μη υποτροπής της ενδοοικογενειακής κακοποίησης. Και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό.
Στην περίπτωση που ο δράστης αρνηθεί να συμμετάσχει στη διαδικασία - με τη στήριξη που θα του παρέχεται μετά τη θεσμοθέτηση και τη συμπλήρωση του Αστικού Κώδικα- της στήριξης από την πολιτεία για την εξομάλυνση της ενδοοικογενειακής σύγκρουσης στα κέντρα στήριξης θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, το γεγονός αυτό, ότι θα αρνηθεί δηλαδή να συμμετέχει σ’ αυτή τη διαδικασία, να πιστοποιείται από το κέντρο στήριξης και να θεωρείται ένα ακόμη προς δικαστική χρήση ιδιαίτερα ενοχοποιητικό και αποδεικτικό στοιχείο της μη μεταμέλειάς του.
Στην τελευταία περίπτωση, όσον αφορά τη συμπλήρωση του Αστικού Κώδικα: Εφόσον δεν έχει άλλους πόρους διαβίωσης το θύμα -διότι το θέμα των πόρων τόσο προς την κατεύθυνση στήριξης του θύματος όσο και προς την κατεύθυνση αρωγής από την πολιτεία με συγκεκριμένους και σαφείς πόρους το προτείνουμε- επιδοτείται, προκειμένου να καλύψει τα βασικά έξοδα διαβίωσής του. Αυτό το επίδομα, το οποίο θα παίρνει, θα είναι ισόποσο με το εκάστοτε επίδομα ανεργίας ανειδίκευτου εργάτη και θα καταβάλλεται από το Υπουργείο Υγείας. Στη συνέχεια θα παρακρατείται από το εισόδημα του δράστη, παραδείγματος χάρη μέσω της μισθοδοσίας του ή εν γένει βάσει του νόμου περί δημοσίων εσόδων.
Για το σκοπό αυτό, από πού δηλαδή θα βρει τους πόρους η πολιτεία, που είναι πολύ σημαντικό για να λειτουργήσει αυτό το σχέδιο νόμου, προτείνουμε: Να ιδρυθεί ταμείο με την επωνυμία "Ταμείο Στήριξης Θυμάτων Ενδοοικογενειακής Βίας" για την επίτευξη και προώθηση των σκοπών του νόμου αυτού. Το ταμείο, κατά την πρότασή μας, θα είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου εποπτευόμενο από το Υπουργείο Υγείας και θα έχει την εξουσία να αποκτά, να καταθέτει και να διαθέτει περιουσία, να συμβάλλει, να εγείρει και να υπερασπίζεται αγωγές σε άλλες νομικές διαδικασίες και γενικά να πράττει όλα όσα είναι απαραίτητα για τους σκοπούς της ίδρυσης, αξιοποίησης και ανάπτυξής του. Στο ταμείο θα κατατίθενται όλες οι εισφορές, δωρεές, κληροδοτήματα και χορηγίες. Όλες οι εισφορές στο ταμείο, οποιασδήποτε μορφής, θα θεωρούνται ότι γίνονται για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Το δεύτερο κομμάτι, η συμπλήρωση του Ποινικού Κώδικα: Στο άρθρο 330 προτείνουμε διάταξη 330 Α’ με αναφορά στην ενδοοικογενειακή βία. Και λέμε, ορίζοντας τη συμπλήρωση του Ποινικού Κώδικα: "Σε περίπτωση ενδοοικογενειακής βίας, ο υπαίτιος του αδικήματος τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών, εφόσον η πράξη δεν απειλείται με βαρύτερη ποινή". Ως ενδοοικογενειακή βία ορίζεται κάθε σωματική, σεξουαλική ή ψυχολογική βία που ασκείται σε βάρους οικείου, κατά την έννοια του άρθρου 13 παράγραφος β΄ και ιδίως των παιδιών και των γονέων, καθώς και των γονέων του συζύγου, έστω κι αν ο παθών δεν συγκατοικεί με το δράστη. Δεύτερον, απαγορεύεται η μετατροπή της στερητικής της ελευθερίας ποινής σε χρηματική. Τρίτον, για την εκδίκαση του αδικήματος της παραγράφου 1 εφαρμόζεται υποχρεωτικά η διαδικασία των άρθρων 418 και επομένως του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Τέταρτον, η σωματική και σεξουαλική βία αποδεικνύεται με την αρχή του άρθρου 177 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Είναι η αρχή της ηθικής απόδειξης.
Στις περιπτώσεις, λοιπόν, αυτές ο εισαγγελέας μπορεί να διατάξει αμέσως την απομάκρυνση του δράστη από την οικογενειακή κατοικία για όσο διάστημα κρίνεται απαραίτητο.
Μηνιαία αποζημίωση θα δίνεται αμέσως στον αναίτιο έως ότου ρυθμιστεί το θέμα της διατροφής ή της επαγγελματικής αποκατάστασης. Την αποζημίωση θα καταβάλλει η πολιτεία με τους αρμόδιους φορείς της, την οποία στην συνέχεια θα την αναζητά από το δράστη, βάσει του νόμου περί δημοσίων εσόδων. Η ποινική δίωξη θα ασκείται αυτεπαγγέλτως και όχι κατόπιν εγκλήσεως του παθόντα, όπως ισχύει σήμερα. Συνήθως η αυτεπάγγελτη δίωξη εξυπακούεται. Ρητή αναφορά γίνεται μόνο όταν αντιστρόφως πρόκειται για κατ’ έγκληση αδικήματα. Τέλος, σε βάρος του δράστη εφαρμόζεται υποχρεωτικά η αυτόφωρος διαδικασία.
Εξειδικεύοντας, λοιπόν, την πρόταση νόμου, την οποία καταθέσαμε, περιμένουμε από την Κυβέρνηση και τον αρμόδιο Υπουργό, με τον οποίο πρέπει να σας πω ότι έχουμε συνεργαστεί στην Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, η οποία έχει συγκροτηθεί στο Υπουργείο Δικαιοσύνης για το ζήτημα αυτό με ατζέντα, αν θέλετε, και αντικείμενο επεξεργασίας αυτό το σχέδιο νόμου, αυτές τις προτάσεις, οι οποίες κατατέθηκαν.
Ο Υπουργός στην Επιτροπή και το Υπουργείο Δικαιοσύνης δεσμεύτηκε, αφού είναι κυβερνητική επιλογή και δέσμευση του Πρωθυπουργού να γίνει νόμος του κράτους, να επεξεργαστεί αυτή την πρόταση και στο πλαίσιο αυτό να κινηθεί νόμος, ο οποίος θα έρθει στην Βουλή των Ελλήνων από την Κυβέρνηση.
Πρέπει να πω, κύριε Πρόεδρε, ότι αυτή ήταν η δέσμευση της Κυβέρνησης στην πρόταση των Βουλευτών. Θεωρώ ότι υπάρχει κοινωνικό έλλειμμα. Θεωρώ ότι όλα τα κόμματα της Βουλής μπορούμε πλέον να αντιμετωπίσουμε με ρεαλιστικό τρόπο ένα θέμα το οποίο είναι υπαρκτό, ένα έγκλημα, το οποίο τελείται κρυφά στις τάξεις της ελληνικής οικογένειας. Δεν δικαιούται κανείς με άλλοθι οποιαδήποτε δικαιολογία, τεχνική, τυπική, διαδικαστική, γραφειοκρατική ή άλλης μορφής, να ολιγωρήσει, διότι οι πολίτες προσδοκούν από εμάς να είμαστε χρήσιμοι και ωφέλιμοι και θεωρώ ότι αυτό μπορούμε να αποδείξουμε και σήμερα.
Σας ευχαριστώ θερμά.
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ: Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.
Απαντώντας και κλείνοντας αυτήν την εξαιρετικά σημαντική συζήτηση για ένα τόσο σοβαρό θέμα, θα ήθελα να κάνω δύο-τρεις παρατηρήσεις σχετικά με αυτά που ακούστηκαν.
Πρώτον, συζητήσαμε επί της ουσίας μία πρόταση νόμου, το σχέδιο της οποίας διανεμήθηκε –υπάρχουν τα Πρακτικά και στην αρμόδια επιτροπή, η οποία το επεξεργάστηκε- κατά τη διάρκεια του Α΄ Θερινού Τμήματος. Εκτιμώ πως ουδείς μπορεί να έχει αντίρρηση επί της συγκεκριμένης προτάσεως και επί των επί μέρους ρυθμίσεων, έτσι όπως και σήμερα αναλυτικά παρουσιάστηκαν.
Εάν μένουμε στον τύπο, δηλαδή στη σημειολογία της ημέρας και όχι στην εξειδίκευση και έχοντας υπόψη μου και την πρόθεση, αλλά και το σχέδιο νόμου το οποίο υπήρχε επί των ημερών του ΠΑ.ΣΟ.Κ. -και το οποίο ουδέποτε έγινε νόμος, ενώ υπήρχε ο κατάλληλος χρόνος- θεωρώ ότι είναι απ’ όλες τις απόψεις ό,τι πιο άρτιο έχει υπάρξει σε σχέση με τα ζητήματα που αφορούν την ενδοοικογενειακή βία.
Θέλω, λοιπόν, να κάνω μία παρατήρηση. Ακούστηκαν πολλά και ενδιαφέροντα. Ωστόσο, αντιπαρέρχομαι το "ήξεις, αφήξεις". Από τη μία η Αντιπολίτευση λέει ότι είναι ατελές και από την άλλη ότι αποτελεί αντιγραφή, όπως είπε η συνάδελφος κ. Κατσέλη. Εάν αποτελεί αντιγραφή ενός τέλειου σχεδίου νόμου, το οποίο είχατε εσείς φτιάξει, τότε πώς είναι ατελές όταν έρχεται σήμερα ως πρόταση νόμου από τη δική μας πλευρά;
Επίσης, αντιπαρέρχομαι τα περί αναφοράς στον κυπριακό νόμο. Εάν ήταν έτσι όπως τα είπε ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΠΑ.ΣΟ.Κ., δεν υπήρχε κανένας λόγος παρά να τον φέρουμε αυτούσιο. Επικαλέστηκα το τι υπάρχει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τον ισπανικό νόμο, τον κυπριακό νόμο και τι προτείνουμε εμείς για την ελληνική πραγματικότητα.
Κατά συνέπεια και συνοψίζοντας, τρία πράγματα απαιτούνται για να γίνει νόμος και να εφαρμοστεί από την επομένη, διότι η ουσία αυτής της πρότασης νόμου δεν είναι να κουβεντιάζουμε και να μεταθέτουμε τις ρυθμίσεις ή να μοιράζουμε και να "χαϊδεύουμε αυτιά", λέγοντας ότι θα πάρουν όλοι ένα κομμάτι από αυτό που θα ψηφιστεί, είτε αυτή είναι η Τοπική Αυτοδιοίκηση είτε ο νομός είτε κάτι άλλο.
Η πρόθεση, ο στόχος και η φιλοσοφία αυτής της πρότασης νόμου είναι να είναι λειτουργική, εφαρμόσιμη και αποτελεσματική από την επόμενη μέρα. Τα υπόλοιπα θα αποτελούν "ασπιρίνες", πράγμα το οποίο δεν έχουμε ανάγκη σήμερα.
Υπάρχει ένα κοινωνικό φαινόμενο το οποίο αφορά την οικογένεια. Θα συμφωνήσω απολύτως με τον τέως Πρόεδρο της Βουλής, τον καλό συνάδελφο κ. Κακλαμάνη, ο οποίος περιέγραψε πώς ήταν περίπου το μοντέλο και θα πω ότι, κατά την άποψή μας, χρειάζονται τρία πράγματα:
Πρώτον, πολιτική βούληση. Δεύτερον, πόροι και τρίτον, ένας αντιγραφειοκρατικός, εφαρμόσιμος, λειτουργικός και αποτελεσματικός νόμος από την επομένη.
Κατά συνέπεια, λοιπόν, σ’ εκείνους οι οποίοι προηγουμένως είπαν ότι έχουν κάποιες ενστάσεις νομοτεχνικού περιεχομένου ως προς το τυπικό μέρος κ.τ.λ., λέω σήμερα το εξής: Αποδέχεστε όλα τα κόμματα να επανακατατεθεί η πρόταση νόμου -έτσι όπως εξειδικεύτηκε τόσο στην αρμόδια επιτροπή η οποία την επεξεργάστηκε, αλλά και όπως την εισηγήθηκα σήμερα εκ μέρους όλων των συναδέλφων, οι οποίες προσυπέγραψαν- στη Βουλή των Ελλήνων, στην Ολομέλεια;
Εάν συμφωνείτε, τότε εδώ είμαστε και η πρόταση είναι στη διάθεσή σας. Από την άλλη πλευρά, λέω στην πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης ότι όσον αφορά τους πόρους που είπατε, κύριε Υπουργέ και το ότι δεν μπορεί να επιδοτείται, διότι τα δημοσιονομικά είναι πενιχρά, θα συμφωνήσω μαζί σας ως προς την πενιχρότητα, λόγω της δυσμενούς οικονομικής κατάστασης την οποία βιώνουμε και ουδείς έχει αντίρρηση επ’ αυτού. Αλλά έχω απάντηση και είναι πλήρης. Η απάντηση είναι η εξής μία: Όπως επιδοτείται ο άνεργος, διότι έτσι επιλέγει η πολιτεία να δείξει την κοινωνική της στοργή, έτσι πρέπει να θεσμοθετήσουμε ότι πρέπει να επιδοτείται και το θύμα, το οποίο δεν έχει "πού την κεφαλήν κλίναι" και χρειάζεται αρωγή.
Τελειώνοντας, κύριε Πρόεδρε, θέλω να σας πω ότι στο σχέδιο νόμου και στην πρόταση, έτσι όπως την εξειδίκευσα κάνοντας την εισήγησή μου, πρότεινα την ίδρυση ταμείου –γιατί άκουσα την κ. Παντελάκη με ενδιαφέρον- με την επωνυμία "Ταμείο Στήριξης Θυμάτων Ενδοοικογενειακής Βίας", το οποίο θα είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, το οποίο θα εποπτεύεται από το κράτος και ιδίως από το Υπουργείο Υγείας και το οποίο θα έχει πόρους οι οποίοι θα προέρχονται από εισφορές, δωρεές, κληροδοτήματα, χορηγίες και παράλληλα θα έχει την εξουσία το αρμόδιο Υπουργείο, το κράτος δηλαδή, να αποκτά, να κατέχει, να διαθέτει περιουσία, να συμβάλλεται, να εγείρει και να υπερασπίζεται αγωγές ή άλλες νομικές διαδικασίες και γενικά να πράττει όλα όσα είναι απαραίτητα για τους σκοπούς της ίδρυσης, της αξιοποίησης και της ανάπτυξής του.
(Στο σημείο αυτό, την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει ο Α΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΣΩΤΗΡΗΣ ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ)
Κατά συνέπεια, λοιπόν, υπάρχει η πρόβλεψη, υπάρχει η πρόνοια και απαιτείται η πολιτική βούληση που πρέπει να υπάρξει και για τους πόρους, κύριε Υπουργέ. Υπάρχει συγκεκριμένη πρόταση την οποία πρέπει η νομοπαρασκευαστική επιτροπή να τη δει σε ακόμα μεγαλύτερο βάθος, διότι η πρόθεση της Κυβέρνησης δεν είναι προσχηματική, ούτε των συναδέλφων Βουλευτών, αλλά είναι ουσιαστική και αποσκοπεί στο να λύσει το πρόβλημα.
Σας ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Σωτήρης Χατζηγάκης): Ευχαριστώ, κυρία Παπακώστα